Friday 13 September 2013

Θέλω να ζήσω!


«Ζωή ρε όχι επιβίωση». Αυτό το σύνθημα εντοπίστηκε σε τοίχο της Καρδίτσας. Ένα σύνθημα καταφανώς γραμμένο από τα χέρια ενός νέου ανθρώπου. Ενός νέου ανθρώπου, ενός νέου Καρδιτσιώτη, που δεν μπορεί να ζήσει σε συνθήκες οικονομικής σφίξης. Που αν είχε λεφτά, θα ζούσε μια ζωή γιομάτη ποιότητα· μια ζωή με το ζήτα κεφαλαίο. «Ζωή ρε όχι επιβίωση». Ένα καρδιτσιώτικο σύνθημα που συγκλονίζει. Ένα καρδιτσιώτικο σύνθημα που ραγίζει καρδιές. 

Sunday 1 September 2013

Καρδιτσομάγουλα


Όλα ξεκίνησαν σαν άκουσε κάποιον να προβαίνει σε ιταμούς χαρακτηρισμούς για το άτομό του: «Ας’ τον αυτόν, είναι υπάνθρωπος, είναι από την Καρδιτσομάγουλα». Ο Σπύρος, ο δυναμικός Καρδιτσομαγουλιώτης, δεν θα το άφηνε να περάσει έτσι. Ήξερε – και το ήξερε καλά – ότι η Καρδιτσομάγουλα, ο τόπος όπου γεννήθηκε και ζούσε, απείχε πολύ από το να χαρακτηριστεί πλανεύτρα. Αυτό, όμως, επ’ ουδενί σήμαινε ότι δεν είχε και τις δικές της χάρες, τις δικές της καλά κρυμμένες ομορφιές. Κυρίως σε επίπεδο ανθρωπίνου δυναμικού. Πρωτίστως οι άνθρωποι ήταν ο πλούτος της. Γιατί είναι κατοικημένη από κόσμο απλό, ανεπιτήδευτο, χωρίς ιδιαίτερες πνευματικές ή αισθητικές αναζητήσεις μεν, αλλά με δίψα για ζωή και θέληση για προκοπή. 
 
Γρηγόρης: ο σημαντικότερος κυνηγός πάπιας στον κόσμο είναι από την Καρδιτσομάγουλα!

 Ο τόπος του, η Καρδιτσομάγουλα, είχε μόλις πρόσφατα αναδείξει τον μεγαλύτερο παπιοκυνηγό, τον Γρηγόρη. Και επιστήμονες έχει βγάλει πολλούς: Τον Κουτσιούμπα τον οινοποιό, τον Βλαχοδήμο τον γεωπόνο, τον Κοτρώτσιο τον φυσικό. Και άλλους, πολλούς. Και υπαλλήλους καλούς. Και μικροεμπόρους. Και καλλιτέχνες του δημοτικού τραγουδιού. Και ποδοσφαιριστές ικανούς, που κοσμούν με την παρουσία τους τούς τοπικούς συλλόγους της Καρδίτσας. Όχι, λοιπόν, δεν θα ένιωθε κατώτερος ο Σπύρος. Σε καμία περίπτωση. Ειδικά τώρα που ετοιμαζόταν να πάει στην Αθήνα (για να σπουδάζει ψυκτικός στις σχολές Κοντολέφα) και να ρουφήξει τις ευκαιρίες που αναμφίβολα θα του δίνονταν στην πρωτεύουσα. Έτσι, σκεπτόμενος την κάθοδό του στην Αθήνα, δεν μπόρεσε να μην σιγοψιθυρίσει, ίσως και με μια υπόνοια έπαρσης στο λόγο του: «Θα πάω να σκίσω βάρδουλα, κι ας είμ’ απ’ την Καρδιτσομάγουλα».